πρόσφυμα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
+ΑΡΧ τομέας. ΝΕΑ: διόρθωση ετυ. και ΔΦΑ. συνών. |
→{{βιβλιογραφία}}: πηγές |
||
Γραμμή 91: | Γραμμή 91: | ||
* ''και'' {{βλ|φῦμα}} |
* ''και'' {{βλ|φῦμα}} |
||
==={{ |
==={{πηγές}}=== |
||
* {{Β:ΛΟΓΕΙΟΝ}} |
* {{Β:ΛΟΓΕΙΟΝ}} |
||
Αναθεώρηση της 02:39, 5 Μαΐου 2019
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- πρόσφυμα < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή πρόσφυμα ("εκβλάστημα"). (σημασιολογικό δάνειο) νεολατινική affixum [1]
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
πρόσφυμα ουδέτερο
- Πρότυπο:γλωσσ μόρφημα που προστίθεται στο θέμα κάποιας λέξης (ως πρόθημα, ένθημα ή ως επίθημα) για την παραγωγή μιας νέας λέξης
Συνώνυμα
Μεταφράσεις
Αναφορές
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
Ουσιαστικό
πρόσφῡμα ουδέτερο
Συγγενικά
Πηγές
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Σημασιολογικά δάνεια από τα νεολατινικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα νεολατινικά (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες προφορές (νέα ελληνικά)
- Λέξεις χωρίς προφορά στο πρότυπο ΔΦΑ
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα προσ- (ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα προσ- (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Ελληνιστική κοινή
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)