γαλλικά: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→{{μεταφράσεις}}: hy, ro |
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{δείτε|:Κατηγορία: |
{{δείτε|:Κατηγορία: αγγλικά γλώσσα}} |
||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
Αναθεώρηση της 12:28, 2 Σεπτεμβρίου 2019
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
γαλλικά <
- γλώσσα: γαλλικός < Γαλλία
- οικείο: αντιφατικά, με σκωπτική διάθεση, επειδή θεωρούσαν τα γαλλικά γλώσσα «των σαλονιών»
Ουσιαστικό
γαλλικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- η γαλλική γλώσσα, η γλώσσα που μιλούν οι Γάλλοι
- (μεταφορικά), (οικείο) οι βρισιές, οι χυδαίες εκφράσεις
- φταίω εγώ τώρα να τον αρχίσω στα γαλλικά;
Μεταφράσεις
γαλλικά
Επίρρημα
γαλλικά
- στη γαλλική γλώσσα
- Μη μου μιλάς γαλλικά, δεν καταλαβαίνω τίποτα!
- έτσι όπως κάνουν οι Γάλλοι
- το έστριψε αλά γαλλικά
Μεταφράσεις
Κλιτικός τύπος επιθέτου
γαλλικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του γαλλικό