άρση: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 62: Γραμμή 62:


{{μτφ-αρχή|μουσικός όρος}}
{{μτφ-αρχή|μουσικός όρος}}
* {{fr}} : {{τ|fr|antécédent}} (''οργανική μουσική'') (''αντώνυμο'' : conséquent), {{τ|fr|arsis}} (''χορογραφία'') (''αντώνυμο'' : thesis), {{τ|fr|levé}} (''ορχήστρα'') (''αντώνυμο'' : battu))


{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}

Αναθεώρηση της 16:46, 30 Οκτωβρίου 2019

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η άρση οι άρσεις
      γενική της άρσης* των άρσεων
    αιτιατική την άρση τις άρσεις
     κλητική άρση άρσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, άρσεως
Κατηγορία όπως «λύση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

άρση < αρχαία ελληνική ἄρσις

Ουσιαστικό

άρση θηλυκό

  1. (λόγιο) το σήκωμα, η ανύψωση
  2. (μεταφορικά) η αναίρεση, η ακύρωση
  3. Πρότυπο:μουσ το μέρος του μέτρου που δεν τονίζεται
    Αντώνυμα θέση


Μεταφράσεις