νοηματοδοτώ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 13: Γραμμή 13:


{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}
<!-- * {{en}} : {{τ|en|to give a meaning to}}, {{τ|en|to give a sense of purpose to}}
* {{en}} : {{τ|en|give a meaning to}}, {{τ|en|give a sense of purpose to}}
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|XXX}} -->
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|XXX}} -->
<!-- * {{vi}} : {{τ|vi|XXX}} -->
<!-- * {{vi}} : {{τ|vi|XXX}} -->

Αναθεώρηση της 14:13, 17 Νοεμβρίου 2019

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

νοηματοδοτώ < απο τη γενική της λέξης νόημα (νοήματος) + -δοτώ (κατά το χρηματοδοτώ)

Ρήμα

νοηματοδοτώ

  1. δίνω νόημα και ουσία σε κάτι

Συγγενικά

Μεταφράσεις