νύγμα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Βικιποίηση των μεταφράσεων
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 2: Γραμμή 2:
{{προσχέδιο}}
{{προσχέδιο}}
{{-ετυμ-}}
{{-ετυμ-}}
:Παράγωγο του αρχαιοελληνικού ρήματος '''νύσσω''' ( = σπρώχνω με μυτερό όργανο, κεντώ, τσιμπώ) δηλωτικό του αποτελέσματος της ενέργειας (''νύξης'' ή ''νυγμού'')του ρήματος
:{{προσχέδιο-ετυμ}}
{{-ουσ-}}
{{-ουσ-}}
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
:1. τσίμπημα, κεντιά, π.χ. ''νύγμα εντόμου''
:{{προσχέδιο-ορισμ}}
:2. το σύμβολο που τοποθετούμε στην αρχή ή στο τέλος του κειμένου μιας πρότασης, δήλωσης, λύσης κτλ. σημαδεύοντάς την ότι την επιλέγουμε. Παράγωγο ρήμα: ''νυγματίζω''


{{-μτφ-}}
{{-μτφ-}}
{{(}}
{{=en=}}
:'''tick'''
<!-- * {{en}} : {{ξεν|en|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ar}} : {{ξεν|ar|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ar}} : {{ξεν|ar|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{vi}} : {{ξεν|vi|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{vi}} : {{ξεν|vi|ΧΧΧ}} -->

Αναθεώρηση της 18:13, 18 Ιουλίου 2007

Πρότυπο:=el=

Πρότυπο:-ετυμ-

Παράγωγο του αρχαιοελληνικού ρήματος νύσσω ( = σπρώχνω με μυτερό όργανο, κεντώ, τσιμπώ) δηλωτικό του αποτελέσματος της ενέργειας (νύξης ή νυγμού)του ρήματος

Πρότυπο:-ουσ- νύγμα ουδέτερο

1. τσίμπημα, κεντιά, π.χ. νύγμα εντόμου
2. το σύμβολο που τοποθετούμε στην αρχή ή στο τέλος του κειμένου μιας πρότασης, δήλωσης, λύσης κτλ. σημαδεύοντάς την ότι την επιλέγουμε. Παράγωγο ρήμα: νυγματίζω

Πρότυπο:-μτφ- Πρότυπο:=en=

tick

| width=1% | | bgcolor=#fbfbff valign=top style="border:1px solid #e6e6ff;" cellpadding=5 |

|}