Νορβηγίδα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
δείτε |
{δείτε |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{δείτε|νορβηγίδα}} |
{{δείτε|νορβηγίδα}} |
||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
{{el-κλίσ-'ελπίδα'}} |
{{el-κλίσ-'ελπίδα'}} |
Αναθεώρηση της 11:27, 19 Ιανουαρίου 2020
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- Νορβηγίδα < Νορβηγ(ός) + -ίδα
Κύριο όνομα
Νορβηγίδα θηλυκό
Συγγενικά
Μεταφράσεις
για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Νορβηγός
Νορβηγίδα