πίκρα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό |
|||
Γραμμή 2: | Γραμμή 2: | ||
{{el-κλίσ-'πείνα'}} |
{{el-κλίσ-'πείνα'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ετυμ|gkm|el|πίκρα}} < [[πικραίνω]] {{αναδρομικός}} |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ετυμ|gkm|el|πίκρα}} < [[πικραίνω]] {{αναδρομικός}} < {{ετυμ|grc|el|πικραίνω}} < [[πικρός]] |
||
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
||
Γραμμή 8: | Γραμμή 8: | ||
#{{κυριολ}} η [[αίσθηση]] του [[πικρός|πικρού]], η [[πικρή]] [[γεύση]] |
#{{κυριολ}} η [[αίσθηση]] του [[πικρός|πικρού]], η [[πικρή]] [[γεύση]] |
||
#{{μτφρ}} η βαθιά [[στενοχώρια]] από κάποιον ή κάτι που μας [[πικραίνω|πίκρανε]] |
#{{μτφρ}} η βαθιά [[στενοχώρια]] από κάποιον ή κάτι που μας [[πικραίνω|πίκρανε]] |
||
#:{{μορφές}}: [[πικρία]] |
|||
#:{{παράθεμα}} ''ἀλλ᾿ ἂν ἡ [[πίκρα]], // ὅτι τὸν ἥλιον ἄφηκα, // τώρα σὲ κυριεύῃ, // παρηγορήσου'' (Α. Κάλβος, Εις θάνατον, ΙΔ) |
#:{{παράθεμα}} ''ἀλλ᾿ ἂν ἡ [[πίκρα]], // ὅτι τὸν ἥλιον ἄφηκα, // τώρα σὲ κυριεύῃ, // παρηγορήσου'' (Α. Κάλβος, Εις θάνατον, ΙΔ) |
||
#:{{παράθεμα}} ''Η [[πίκρα]] σήμερα // δεν έχει σύνορα // κι εσύ δεν έπρεπε να μ' αρνηθείς.'' (Ν. Γκάτσος) |
#:{{παράθεμα}} ''Η [[πίκρα]] σήμερα // δεν έχει σύνορα // κι εσύ δεν έπρεπε να μ' αρνηθείς.'' (Ν. Γκάτσος) |
||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
||
{{μτφ-αρχή}} |
{{μτφ-αρχή|{{κυριολ}}}} |
||
* {{en}} : {{τ|en|bitterness}} |
* {{en}} : {{τ|en|bitterness}} |
||
<!-- * {{sq}} : {{τ|sq|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{sq}} : {{τ|sq|ΧΧΧ}} --> |
||
Γραμμή 65: | Γραμμή 66: | ||
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|ΧΧΧ}} --> |
||
<!-- * {{hi}} : {{τ|hi|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{hi}} : {{τ|hi|ΧΧΧ}} --> |
||
{{μτφ-τέλος}} |
|||
{{μτφ-αρχή|{{μτφρ}}}} |
|||
* {{en}} : {{τ|en|gripe}} |
|||
{{μτφ-τέλος}} |
{{μτφ-τέλος}} |
||
Αναθεώρηση της 15:41, 19 Μαρτίου 2020
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | πίκρα | οι | πίκρες |
γενική | της | πίκρας | — | |
αιτιατική | την | πίκρα | τις | πίκρες |
κλητική | πίκρα | πίκρες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- πίκρα < μεσαιωνική ελληνική πίκρα < πικραίνω (αναδρομικός σχηματισμός) < αρχαία ελληνική πικραίνω < πικρός
Ουσιαστικό
πίκρα θηλυκό
- (κυριολεκτικά) η αίσθηση του πικρού, η πικρή γεύση
- (μεταφορικά) η βαθιά στενοχώρια από κάποιον ή κάτι που μας πίκρανε
Μεταφράσεις
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ουσιαστικό
πίκρα θηλυκό
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πείνα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις από αναδρομικό σχηματισμό (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)