προσέχω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ανάκληση των αλλαγών 2A02:587:4D00:8600:24E6:261:3423:59E (συζήτηση) επιστροφή στην προηγούμενη αναθεώρηση FocalPoint Ετικέτα: Επαναφορά |
|||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{δείτε|προέχω}} |
{{δείτε|προέχω}} |
||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{κλη|grc|el|προσέχω}} |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{κλη|grc|el|προσέχω}} < [[πρός]] + [[ἔχω]] |
||
==={{προφορά}}=== |
==={{προφορά}}=== |
||
{{ΔΦΑ| |
{{ΔΦΑ|pɾɔˈsɛxɔ|γλ=el}} |
||
:{{συλλ|προ|σέ|χω}} |
|||
:{{συλλ|παλ=1|προσ|έ|χω}} |
|||
==={{ρήμα|el}}=== |
==={{ρήμα|el}}=== |
||
'''{{PAGENAME}}''' |
'''{{PAGENAME}}''' ({{παθ}}: [[προσέχομαι]]) |
||
#[[παρακολουθώ]] ή [[σκέπτομαι]] κάτι ή κάποιον δείχνοντας [[ενδιαφέρον]] |
#[[παρακολουθώ]] ή [[σκέπτομαι]] κάτι ή κάποιον [[δείχνοντας]] [[ενδιαφέρον]] |
||
#[[παρατηρώ]] |
#[[παρατηρώ]] |
||
#[[είμαι]] [[συγκεντρωμένος]] |
#[[είμαι]] [[συγκεντρωμένος]] |
||
Γραμμή 25: | Γραμμή 28: | ||
*[[προσεκτικός]] / [[προσεχτικός]] |
*[[προσεκτικός]] / [[προσεχτικός]] |
||
*[[προσεκτικά]] / [[προσεχτικά]] |
*[[προσεκτικά]] / [[προσεχτικά]] |
||
*[[προσεχής]] |
|||
*[[προσεχώς]] |
|||
*[[προσοχή]] |
*[[προσοχή]] |
||
*{{βλ|προς|έχω}} |
*{{βλ|προς|έχω}} |
Αναθεώρηση της 05:13, 1 Μαΐου 2020
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- προσέχω < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική προσέχω < πρός + ἔχω
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
- τυπογραφικός συλλαβισμός : προ‐σέ‐χω
- παλιότερος συλλαβισμός : προσ‐έ‐χω
Ρήμα
προσέχω (παθητική φωνή: προσέχομαι)
- παρακολουθώ ή σκέπτομαι κάτι ή κάποιον δείχνοντας ενδιαφέρον
- παρατηρώ
- είμαι συγκεντρωμένος
- καταλαβαίνω, αντιλαμβάνομαι
- φροντίζω, περιποιούμαι
- συμπαθώ
- προφυλάσσω, προφυλάσσομαι
Συγγενικά
- αξιοπρόσεκτα / αξιοπρόσεχτα
- αξιοπρόσεκτος / αξιοπρόσεχτος
- απρόσεκτα / απρόσεχτα
- απρόσεκτος / απρόσεχτος
- προσεγμένος
- προσεκτικός / προσεχτικός
- προσεκτικά / προσεχτικά
- προσεχής
- προσεχώς
- προσοχή
- → δείτε τις λέξεις προς και έχω
Κλίση
Ενεργητική φωνή
Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | προσέχω | πρόσεχα | θα προσέχω | να προσέχω | προσέχοντας | |
β' ενικ. | προσέχεις | πρόσεχες | θα προσέχεις | να προσέχεις | πρόσεχε | |
γ' ενικ. | προσέχει | πρόσεχε | θα προσέχει | να προσέχει | ||
α' πληθ. | προσέχουμε | προσέχαμε | θα προσέχουμε | να προσέχουμε | ||
β' πληθ. | προσέχετε | προσέχατε | θα προσέχετε | να προσέχετε | προσέχετε | |
γ' πληθ. | προσέχουν(ε) | πρόσεχαν προσέχαν(ε) |
θα προσέχουν(ε) | να προσέχουν(ε) | ||
Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
α' ενικ. | πρόσεξα | θα προσέξω | να προσέξω | προσέξει | ||
β' ενικ. | πρόσεξες | θα προσέξεις | να προσέξεις | πρόσεξε | ||
γ' ενικ. | πρόσεξε | θα προσέξει | να προσέξει | |||
α' πληθ. | προσέξαμε | θα προσέξουμε | να προσέξουμε | |||
β' πληθ. | προσέξατε | θα προσέξετε | να προσέξετε | προσέξτε | ||
γ' πληθ. | πρόσεξαν προσέξαν(ε) |
θα προσέξουν(ε) | να προσέξουν(ε) | |||
Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | |
α' ενικ. | έχω προσέξει | είχα προσέξει | θα έχω προσέξει | να έχω προσέξει | ||
β' ενικ. | έχεις προσέξει | είχες προσέξει | θα έχεις προσέξει | να έχεις προσέξει | ||
γ' ενικ. | έχει προσέξει | είχε προσέξει | θα έχει προσέξει | να έχει προσέξει | ||
α' πληθ. | έχουμε προσέξει | είχαμε προσέξει | θα έχουμε προσέξει | να έχουμε προσέξει | ||
β' πληθ. | έχετε προσέξει | είχατε προσέξει | θα έχετε προσέξει | να έχετε προσέξει | ||
γ' πληθ. | έχουν προσέξει | είχαν προσέξει | θα έχουν προσέξει | να έχουν προσέξει |
|
Μεταφράσεις
προσέχω
φροντίζω, περιποιούμαι
προφυλάσσω, προφυλάσσομαι
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
Ρήμα
προσέχω
- έχω παραπάνω
- φέρνω κάτι κάπου
- (μεταφορικά) μπλέκομαι σε κάτι
Κλίση
προσέχω
|
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες προφορές (νέα ελληνικά)
- Λέξεις χωρίς προφορά στο πρότυπο ΔΦΑ
- Νέα ελληνικά
- Ρήματα (νέα ελληνικά)
- Ρηματικές φωνές (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ρήματα (αρχαία ελληνικά)
- Ρηματικές φωνές (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)