προέρχομαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ pwb.py replace αντικατάσταση {{Β: με{{Π: |
|||
Γραμμή 2: | Γραμμή 2: | ||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ|}} < [[πρό]] + [[ἔρχομαι]] (πηγαίνω μπροστά, φεύγω). Η νεότερη σημασία, {{σμσδ}} {{fr}}: {{λ|provenir|fr}} <ref>{{ |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ|}} < [[πρό]] + [[ἔρχομαι]] (πηγαίνω μπροστά, φεύγω). Η νεότερη σημασία, {{σμσδ}} {{fr}}: {{λ|provenir|fr}} <ref>{{Π:ΛΚΝ}}</ref> |
||
==={{ρήμα|el}}=== |
==={{ρήμα|el}}=== |
Αναθεώρηση της 20:35, 27 Ιουλίου 2020
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- προέρχομαι < αρχαία ελληνική προέρχομαι < πρό + ἔρχομαι (πηγαίνω μπροστά, φεύγω). Η νεότερη σημασία, (σημασιολογικό δάνειο) γαλλικά: provenir [1]
Ρήμα
προέρχομαι παρατατικός: προερχόμουν αόριστος: προήλθα (προφορικά: προήρθα)
- (κυριολεκτικά) έρχομαι από κάποιο μέρος ή τόπο,
- (μεταφορικά) εκπορεύομαι, πηγάζω
- κατάγομαι
Συγγενικά
Μεταφράσεις
προέρχομαι
Αναφορές
- ↑ προέρχομαι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας