πρόοδος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση προτύπων |
μ pwb.py replace αντικατάσταση {{Β: με{{Π: |
||
Γραμμή 3: | Γραμμή 3: | ||
{{el-κλίση-'ήπειρος'}} |
{{el-κλίση-'ήπειρος'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λδδ|grc|el|πρόοδος}} < ([[πρό]]) {{π|πρό-}} + [[ὁδός]], {{μτφδ|fr|el|progrès}}<ref>{{ |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λδδ|grc|el|πρόοδος}} < ([[πρό]]) {{π|πρό-}} + [[ὁδός]], {{μτφδ|fr|el|progrès}}<ref>{{Π:ΛΚΝ}}</ref> |
||
==={{προφορά}}=== |
==={{προφορά}}=== |
Αναθεώρηση της 20:35, 27 Ιουλίου 2020
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | πρόοδος | οι | πρόοδοι |
γενική | της | προόδου | των | προόδων |
αιτιατική | την | πρόοδο | τις | προόδους |
κλητική | πρόοδε (πρόοδο) |
πρόοδοι | ||
Κατηγορία όπως «ήπειρος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- πρόοδος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική πρόοδος < (πρό) πρό- + ὁδός, (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική progrès[1]
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
πρόοδος θηλυκό
- η βελτίωση, ο δρόμος προς κάτι καλύτερο
- Βλέπω τις προόδους που κάνεις στο σχολείο και χαίρομαι!
- Πρότυπο:μαθ είδος ακολουθίας
- Πρότυπο:εκπαιδ είδος εξέτασης σε ανώτερα και ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα
Συγγενικά
- αντιπροοδευτικός
- απροόδευτος
- προοδευμένος
- προοδευτικά
- προοδευτικός
- προοδευτικότητα
- προοδευτισμός
- προοδεύω
- φιλοπρόοδος
- → δείτε τις λέξεις προ και οδός
Συνώνυμα
Αντώνυμα
Μεταφράσεις
πρόοδος
|
είδος ακολουθίας
|
είδος εξέτασης
|
Αναφορές
- ↑ πρόοδος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
Ουσιαστικό
πρόοδος θηλυκό
- η πορεία προς τα εμπρός
- (ειδικότερα) η έξοδος από το σπίτι
- η δημόσια εμφάνιση
- Πρότυπο:μαθ πρόοδος
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ήπειρος' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα πρό- (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες προφορές (νέα ελληνικά)
- Λέξεις χωρίς προφορά στο πρότυπο ΔΦΑ
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα πρό- (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)