σύντομος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό |
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
{{el-κλίσ-'όμορφος'}} |
{{el-κλίσ-'όμορφος'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[#Αρχαία ελληνικά (grc)|σύντομος]] |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[#Αρχαία ελληνικά (grc)|σύντομος]] |
||
==={{προφορά}}=== |
==={{προφορά}}=== |
||
{{ΔΦΑ|siⁿ.dɔ.mɔs|γλ=el}} {{α}} |
{{ΔΦΑ|siⁿ.dɔ.mɔs|γλ=el}} {{α}} |
||
{{ΔΦΑ|siⁿ.dɔ.mi|γλ=el}} {{θ}} |
{{ΔΦΑ|siⁿ.dɔ.mi|γλ=el}} {{θ}} |
||
{{ΔΦΑ|siⁿ.dɔ.mɔ|γλ=el}} {{ο}} |
{{ΔΦΑ|siⁿ.dɔ.mɔ|γλ=el}} {{ο}} |
||
==={{επίθετο|el}}=== |
==={{επίθετο|el}}=== |
||
'''{{PAGENAME}}, -η, -ο''' |
'''{{PAGENAME}}, -η, -ο''' |
||
⚫ | |||
# [[λακωνικός]], αυτός που εκφράζεται σύντομα και περιεκτικά |
|||
# που έχει [[μικρός|μικρή]] διάρκεια |
# που έχει [[μικρός|μικρή]] διάρκεια |
||
# '' |
# (''για διάστημα, απόσταση'') που έχει μικρό μήκος |
||
# (''για κείμενο ή προφορικό λόγο'') που έχει μικρή [[έκταση]], που διατυπώνεται με σχετικά λίγες λέξεις |
|||
⚫ | |||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
||
Γραμμή 58: | Γραμμή 61: | ||
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|ΧΧΧ}} --> |
||
{{μτφ-τέλος}} |
{{μτφ-τέλος}} |
||
==={{πηγές}}=== |
|||
*{{Π:ΛΚΝ}} |
|||
{{κλείδα-ελλ}} |
{{κλείδα-ελλ}} |
Αναθεώρηση της 16:34, 29 Αυγούστου 2020
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | σύντομος | η | σύντομη | το | σύντομο |
γενική | του | σύντομου | της | σύντομης | του | σύντομου |
αιτιατική | τον | σύντομο | τη | σύντομη | το | σύντομο |
κλητική | σύντομε | σύντομη | σύντομο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | σύντομοι | οι | σύντομες | τα | σύντομα |
γενική | των | σύντομων | των | σύντομων | των | σύντομων |
αιτιατική | τους | σύντομους | τις | σύντομες | τα | σύντομα |
κλητική | σύντομοι | σύντομες | σύντομα | |||
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
- σύντομος < αρχαία ελληνική σύντομος
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; αρσενικό
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; θηλυκό
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; ουδέτερο
Επίθετο
σύντομος, -η, -ο
- που έχει μικρή διάρκεια
- (για διάστημα, απόσταση) που έχει μικρό μήκος
- (για κείμενο ή προφορικό λόγο) που έχει μικρή έκταση, που διατυπώνεται με σχετικά λίγες λέξεις
Μεταφράσεις
Πηγές
- σύντομος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας