όμιλος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ pwb.py replace αντικατάσταση {{Β: με{{Π:
μ συλλ
Γραμμή 3: Γραμμή 3:
{{el-κλίση-'δάσκαλος'}}
{{el-κλίση-'δάσκαλος'}}
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αναβ|grc|el|ὅμιλος}} < [[ὁμός]] + [[-ιλος]]<ref>{{Π:Μπαμπινιώτης 2010|λήμμα=όμιλος}}</ref> ({{σμσδ|fr|el|groupe}}<ref>{{Π:ΛΚΝ}}</ref> ''Δείτε και'' [[ὁμιλία]])
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λδδ|grc|el|ὅμιλος}} < [[ὁμός]] + [[-ιλος]]<ref>{{Π:Μπαμπινιώτης 2010|λήμμα=όμιλος}}</ref> ({{σμσδ|fr|el|groupe|text=1}}<ref>{{Π:ΛΚΝ}}</ref> ''Δείτε και'' [[ὁμιλία]])


==={{προφορά}}===
==={{προφορά}}===
{{ΔΦΑ|ˈɔ.mi.lɔs|γλ=el}}
{{ΔΦΑ|γλ=el|ˈɔ.mi.lɔs}}
: {{συλλ|ό|μι|λος}}


==={{ουσιαστικό|el}}===
==={{ουσιαστικό|el}}===

Αναθεώρηση της 23:18, 21 Σεπτεμβρίου 2020

Δείτε επίσης: ὅμιλος

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο όμιλος οι όμιλοι
      γενική του ομίλου
όμιλου
των ομίλων
    αιτιατική τον όμιλο τους ομίλους
όμιλους
     κλητική όμιλε όμιλοι
Κατηγορία όπως «δάσκαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

όμιλος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ὅμιλος < ὁμός + -ιλος[1] (σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική groupe[2] Δείτε και ὁμιλία)

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
τυπογραφικός συλλαβισμός: ό‐μι‐λος

Ουσιαστικό

όμιλος αρσενικό

  1. ομάδα ανθρώπων
  2. νομικό πρόσωπο αθλητικού συνήθως χαρακτήρα (συνήθως η νομική μορφή είναι σωματείο)

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. όμιλος - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. 
  2. όμιλος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας