φασαρία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ pwb.py αντικατάσταση κλίση θάλασσα με 'σοφία' |
|||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
{{προσχέδιο}} |
{{προσχέδιο}} |
||
{{el-κλίση-' |
{{el-κλίση-'σοφία'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < ιταλική λέξη fesseria < fesso + -eria < fendere |
: '''{{PAGENAME}}''' < ιταλική λέξη fesseria < fesso + -eria < fendere |
Αναθεώρηση της 16:07, 5 Οκτωβρίου 2020
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | φασαρία | οι | φασαρίες |
γενική | της | φασαρίας | των | φασαριών |
αιτιατική | τη | φασαρία | τις | φασαρίες |
κλητική | φασαρία | φασαρίες | ||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- φασαρία < ιταλική λέξη fesseria < fesso + -eria < fendere
Ουσιαστικό
φασαρία θηλυκό
- η αναταραχή, η αναστάτωση
- είχαμε φασαρίες στο κέντρο σήμερα
- δεν θέλω τις φασαρίες της μετακόμισης (τις έγνοιες)
- ο σαματάς, η ηχορρύπανση, ο θόρυβος
- μην κάνεις φασαρία να κοιμηθεί η γιαγιά