ποδάρι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ →{{σύνθετα}}: ( |
|||
Γραμμή 30: | Γραμμή 30: | ||
* [[ποδαρόδρομος]] |
* [[ποδαρόδρομος]] |
||
''β' συνθετικό:'' |
''β' συνθετικό:'' |
||
* [[νυχοπόδαρα]] |
* [[νυχοπόδαρα]] (''πληθυντικός ουδετέρου'') |
||
* [[ξεποδαριάζω]] |
* [[ξεποδαριάζω]] |
||
* [[ξεποδάριασμα]] |
* [[ξεποδάριασμα]] |
Αναθεώρηση της 15:52, 12 Απριλίου 2021
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ποδάρι | τα | ποδάρια |
γενική | του | ποδαριού | των | ποδαριών |
αιτιατική | το | ποδάρι | τα | ποδάρια |
κλητική | ποδάρι | ποδάρια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- ποδάρι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ποδάρι < ποδάριον < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική ποδάριον, υποκοριστικό του πούς
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πο‐δά‐ρι
Ουσιαστικό
ποδάρι ουδέτερο
- (οικείο) το πόδι
- ※ Το πνεύμα μου σκοτίζεται· / η γη υπό τα ποδάρια μου / γέρνει. (Ανδρέας Κάλβος, Το Φάσμα [ποίημα])
Εκφράσεις
- δουλειές του ποδαριού: ευκαιριακές εργασίες
- ο διάολος έχει πολλά ποδάρια
- έσπασε ο διάολος το ποδάρι του
- σήκωσε τον κόσμο στο ποδάρι
- όποιος δεν έχει μυαλό έχει ποδάρια
Συγγενικά
→ και δείτε τις λέξεις ποδο- και πόδι
Σύνθετα
β' συνθετικό:
- νυχοπόδαρα (πληθυντικός ουδετέρου)
- ξεποδαριάζω
- ξεποδάριασμα
- -ποδαρ-άς (βρομοποδαράς)
- -ποδαρ-ούσα (σαρανταποδαρούσα)
- -πόδαρα Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -πόδαρα στο Βικιλεξικό
- -πόδαρος Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -πόδαρος στο Βικιλεξικό
- -πόδαρο Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -πόδαρο στο Βικιλεξικό
Μεταφράσεις
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
Ουσιαστικό
ποδάρι {{}}
- άλλη μορφή του ποδάριον
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τραγούδι' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες προφορές (νέα ελληνικά)
- Λέξεις χωρίς προφορά στο πρότυπο ΔΦΑ
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Οικείοι όροι (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα ποίησης (νέα ελληνικά)
- Μεσαιωνικά ελληνικά
- Ουσιαστικά (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)