γλυτώνω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
enhmέρωση ΔΦΑ, ref
Γραμμή 40: Γραμμή 40:
<!-- * {{br}} : {{τ|br|XXX}} -->
<!-- * {{br}} : {{τ|br|XXX}} -->
* {{fr}} : {{τ|fr|échapper}}, {{τ|fr|sauver}}, s'en {{τ|fr|tirer}}
* {{fr}} : {{τ|fr|échapper}}, {{τ|fr|sauver}}, s'en {{τ|fr|tirer}}
<!-- * {{de}} : {{τ|de|XXX}} -->
* {{de}} : {{τ|de|entkommen}}, {{τ|de|davonkommen}}, {{τ|de|ersparen}}
<!-- * {{et}} : {{τ|et|XXX}} -->
<!-- * {{et}} : {{τ|et|XXX}} -->
<!-- * {{eo}} : {{τ|eo|XXX}} -->
<!-- * {{eo}} : {{τ|eo|XXX}} -->

Αναθεώρηση της 19:13, 21 Μαΐου 2021

Δείτε επίσης: γλιτώνω

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

γλυτώνω < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική γλυτώνω < ἐγλυτώνω < {*}}εκλυτώνω < ελληνιστική κοινή ἔκλυτος < αρχαία ελληνική λύω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *lewH-

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ρήμα

γλυτώνω

  1. (μεταβατικό) σώζω κάποιον από επικείμενο κίνδυνο, βλάβη ή ζημία
  2. (αμετάβατο) σώζομαι, απαλλάσσομαι από επικείμενο κίνδυνο, βλάβη ή ζημία

Άλλες μορφές

Συγγενικά

Εκφράσεις

Κλίση

Μεταφράσεις

Αναφορές