εξογκώνω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
ενημέρωση προτύπων θεμάτων ΔΦΑ συλλ
μ {{clear}} πριν τις μεταφράσεις
Γραμμή 24: Γραμμή 24:
{{el-κλίσ-'δηλώνω'}}
{{el-κλίσ-'δηλώνω'}}
{{el-κλίσ-'δηλώνω'|πρ1=|παρακΒ=1}}
{{el-κλίσ-'δηλώνω'|πρ1=|παρακΒ=1}}
{{clear}}

===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}

Αναθεώρηση της 00:11, 29 Μαΐου 2021

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

εξογκώνω < αρχαία ελληνική ἐξογκ(ῶ), συνηρημένος τύπος του ἐξογκόω + -ώνω → δείτε και τη λέξη όγκος

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
τυπογραφικός συλλαβισμός: ε‐ξο‐γκώ‐νω
παλιότερος συλλαβισμός: εξ‐ογ‐κώ‐νω

Ρήμα

εξογκώνω, αόρ.: εξόγκωσα, παθ.φωνή: εξογκώνομαι, π.αόρ.: εξογκώθηκα, μτχ.π.π.: εξογκωμένος

  1. άλλη μορφή του διογκώνω, αυξάνω τον όγκο
  2. προκαλώ την εμφάνιση εξογκώματος
  3. (μεταφορικά) δίνω σε κάτι μεγαλύτερη σημασία ή αξία απ’ όση πραγματικά έχει

Συγγενικά

Κλίση

Μεταφράσεις