ωριλάς: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
{{λαϊκ}}, κλιτή μορφή του
μ {{clear}} πριν τις μεταφράσεις
Γραμμή 12: Γραμμή 12:
===={{βλέπε}}====
===={{βλέπε}}====
* [[ΩΡΛ]]
* [[ΩΡΛ]]
{{clear}}

===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}

Αναθεώρηση της 19:58, 2 Ιουνίου 2021

Νέα ελληνικά (el)

Lua error in Module:el-nouns-decl at line 511: attempt to concatenate global 'typos' (a nil value).

Ετυμολογία

ωριλάς < ωριλά (άκλιτο) +

Ουσιαστικό

ωριλάς αρσενικό

  • (λαϊκότροπο) κλιτή μορφή του ωριλά, ο ωτορινολαρυγγολόγος
    ※  το μόνο πράγμα που κατεβαίνει απ' τον λαιμό του που 'χει φράξει από κάτι που κανείς παθολόγος κι ωριλάς δεν βρίσκει, μα που εγώ ξέρω, μετά βεβαιότητος, πως είναι κατάθλιψη (Το βιβλίο της Κατερίνας, Αύγουστος Κορτώ, Εκδ. Πατάκης, 2016)
    ※  ΕΤΣΙ ΠΕΡΑΣΕ τα σύνορα ο Θανάσης κι εγώ γνώρισα τον Θανάση τον Ωριλά γιατί είχα μια φλεγμονή στο τούτο μου. «Καθήστε», μου είπε ο Ωριλάς. (Tης Mαρίας...,Έλενα Ακρίτα, ΤΟ ΒΗΜΑ, 22 Μαΐου 2004)

Δείτε επίσης

Μεταφράσεις