κινέω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 7: | Γραμμή 7: | ||
# κάνω κάτι να [[κινώ|κινηθεί]], [[σπρώχνω]], [[ανακινώ]], |
# κάνω κάτι να [[κινώ|κινηθεί]], [[σπρώχνω]], [[ανακινώ]], |
||
# [[διαταράσσω]], [[διεγείρω]] [[ωθώ]], [[παρακινώ]], παρορμώ κάποιον σε ενέργεια, παράγω, [[προκαλώ]] |
# [[διαταράσσω]], [[διεγείρω]] [[ωθώ]], [[παρακινώ]], παρορμώ κάποιον σε ενέργεια, παράγω, [[προκαλώ]] |
||
# [[συνουσιάζομαι]], [[γαμώ]] <ref>Bain, David. “Six Greek Verbs of Sexual Congress ([[βινῶ]], κινῶ, [[πυγίζω]], [[ληκῶ]], [[οἴϕω]], [[λαικάζω]]).” The Classical Quarterly, vol. 41, no. 1, 1991, pp. 51–77. JSTOR, [www.jstor.org/stable/639023]. Πρόσβαση 29 May 2021. </ref> |
# [[συνουσιάζομαι]], [[γαμώ]] <ref>Bain, David. “Six Greek Verbs of Sexual Congress ([[βινῶ]], κινῶ, [[πυγίζω]], [[ληκῶ]], [[οἴϕω]], [[λαικάζω]]).” The Classical Quarterly, vol. 41, no. 1, 1991, pp. 51–77. JSTOR, [https://www.jstor.org/stable/639023]. Πρόσβαση 29 May 2021. </ref> |
||
===={{μορφές}}==== |
===={{μορφές}}==== |
||
Γραμμή 22: | Γραμμή 22: | ||
*[[κινητικός]],ή,όν |
*[[κινητικός]],ή,όν |
||
*[[κινητός]],ή,όν |
*[[κινητός]],ή,όν |
||
* |
*τό [[κίνητρον]] (π.χ. η κουτάλα, ο μοχλός) |
||
*[[κινητέος]],α,ον |
*[[κινητέος]],α,ον |
||
Αναθεώρηση της 09:56, 19 Ιουνίου 2021
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
- κινέω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *ḱey-
Ρήμα
κινέω
- κάνω κάτι να κινηθεί, σπρώχνω, ανακινώ,
- διαταράσσω, διεγείρω ωθώ, παρακινώ, παρορμώ κάποιον σε ενέργεια, παράγω, προκαλώ
- συνουσιάζομαι, γαμώ [1]
Άλλες μορφές
Συγγενικά
- κινηθμός (η κίνηση)
- τό κίνημα
- ἡ κίνησις,-εως
- ὁ κινητήρ,-ῆρος
- τό κινητέον
- κινητής-οῦ
- κινητήριος,α,ον
- κινητικός,ή,όν
- κινητός,ή,όν
- τό κίνητρον (π.χ. η κουτάλα, ο μοχλός)
- κινητέος,α,ον
Σύνθετα
- ἀνακινέω-ῶ
- διακινέω-ῶ
- μετακινέω-ῶ
- παρακινέω-ῶ
- προκινέω-ῶ
- συγκινέω-ῶ
- ὑποκινέω-ῶ
- ἀντικινέω-ῶ
- αὐτοκινέω-ῶ
- ἐγκινέομαι
- ἐκκινέω-ῶ
- ἐπικινέω-ῶ
- κατακινέω-ῶ
- περικινέω-ῶ
- προσκινέομαι
Κλίση
Πηγές
- κινέω - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- κινέω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.