φυτό: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Μεταφράσεις: ενημέρωση της εμφάνισης |
μ Ετυμολογίες: μορφοποίηση |
||
Γραμμή 2: | Γραμμή 2: | ||
{{el-κλίσ-'βουνό'|φυτ}} |
{{el-κλίσ-'βουνό'|φυτ}} |
||
{{-ετυμ-}} |
{{-ετυμ-}} |
||
:{{προσχέδιο-ετυμ}} |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{προσχέδιο-ετυμ}} |
||
{{-προφ-}} |
{{-προφ-}} |
||
:{{ΔΦΑ}}: /[[Βικιλεξικό:Οδηγός προφοράς|fi'tɔ]]/ |
:{{ΔΦΑ}}: /[[Βικιλεξικό:Οδηγός προφοράς|fi'tɔ]]/ |
Αναθεώρηση της 00:15, 18 Νοεμβρίου 2007
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | φυτό | τα | φυτά |
γενική | του | φυτού | των | φυτών |
αιτιατική | το | φυτό | τα | φυτά |
κλητική | φυτό | φυτά | ||
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- φυτό < Πρότυπο:προσχέδιο-ετυμ
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; : /fi'tɔ/
Πρότυπο:-ουσ- φυτό ουδέτερο
- ζωντανός οργανισμός ριζωμένος στο έδαφος από το οποίο απορροφά νερό ως πηγή θρεπτικών στοιχείων, και μετατρέπει την ηλιακή ενέργεια σε χημική μέσω της φωτοσύνθεσης
- (μεταφορικά) ασθενής που δεν έχει επικοινωνία με το περιβάλλον και συνείδηση
- (αργκό) μαθητής ή φοιτητής που δεν έχει άλλα ενδιαφέροντα πέρα από τις σπουδές του
|