έπος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
+ συγγενικά, κλπ
μ PAWS - συντήρηση: αφαίρεση μτφ-μέση από τις Μεταφράσεις
 
Γραμμή 83: Γραμμή 83:
<!-- * {{la}} : {{τ|la|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{la}} : {{τ|la|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{lv}} : {{τ|lv|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{lv}} : {{τ|lv|ΧΧΧ}} -->
{{μτφ-μέση}}
<!-- * {{lt}} : {{τ|lt|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{lt}} : {{τ|lt|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{lb}} : {{τ|lb|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{lb}} : {{τ|lb|ΧΧΧ}} -->

Τελευταία αναθεώρηση της 03:41, 30 Ιανουαρίου 2022

Δείτε επίσης: ἔπος

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το έπος τα έπη
      γενική του έπους των επών
    αιτιατική το έπος τα έπη
     κλητική έπος έπη
Κατηγορία όπως «δάσος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

έπος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἔπος < ϝέπος ‎< πρωτοελληνική *wékʷos < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *wékʷos < *wekʷ- ‎(μιλώ)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈe.pos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: έ‐πος

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

έπος ουδέτερο

  1. (λογοτεχνία) ποίημα μεγάλης έκτασης όπου εξυμνούνται κι εγκωμιάζονται τα κατορθώματα ηρώων, θεών, αρχόντων κ.λπ.
  2. (συνεκδοχικά) το αντίστοιχο λογοτεχνικό είδος
  3. (μεταφορικά) σκληρός αγώνας που καταλήγει θριαμβευτικά σε νίκη
    το έπος της Αλβανίας

Εκφράσεις[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Σύνθετα[επεξεργασία]

θηλυκά ουσιαστικά: [1]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. λήγουν σε --έπεια - Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες)