φέρνω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ προσθήκη παραμέτρου γλώσσας στο πρότυπο του μέρους λόγου
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ αφαίρεση κατηγοριών που θα γίνονται στο εξής αυτόματα
Γραμμή 64: Γραμμή 64:
<!-- * {{fi}} : {{ξεν|fi|XXX}} -->
<!-- * {{fi}} : {{ξεν|fi|XXX}} -->
{{)}}
{{)}}
[[Κατηγορία:Ελληνικά ρήματα]]

Αναθεώρηση της 17:39, 9 Δεκεμβρίου 2007

Πρότυπο:=el=

Πρότυπο:-ετυμ-

Πρότυπο:-ρημ- φέρνω, αόριστος έφερα

  1. μεταφέρω κάτι, υλικό ή άυλο, για κάποιον
    σας έφερα την εφημερίδα σας
    τι νέα μας έφερες;
  2. γίνομαι αιτία κάποιου πράγματος, προκαλώ κάτι, οδηγώ σε κάτι
    οι εξελίξεις έφεραν μεγάλη αναστάτωση
    τα νέα μάς έφεραν σε αδιέξοδο
  3. μοιάζω σε κάτι ή κάποιον
    φέρνει λιγάκι στον πατέρα του

Πρότυπο:-συνθ-

Πρότυπο:-βλεπ-

Πρότυπο:-μτφ-