νορβηγικά: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ αλλαγή κατηγορίας |
μ Πρότυπα στις κλιτές μορφές ουσιαστικών |
||
Γραμμή 153: | Γραμμή 153: | ||
{{)}} |
{{)}} |
||
{{-μορφ-επιθ-|el}} |
{{-μορφ-επιθ-|el}} |
||
* |
* {{πτώσειςΟΑΚπλ|νορβηγικό}} |
||
Αναθεώρηση της 07:04, 5 Φεβρουαρίου 2008
Πρότυπο:-ετυμ- Από το επίθετο νορβηγικός, στον πληθυντικό του ουδέτερου. Πρότυπο:-ουσ- νορβηγικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- Η νορβηγική γλώσσα, η γλώσσα που μιλιέται στη Νορβηγία. Έχει δύο επίσημες διαλέκτους (δείτε: νεονορβηγικά).
Πρότυπο:-ετυμ- νορβηγικά < νορβηγικός Πρότυπο:-επιρ-
- …
|
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του νορβηγικό