ADSL

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Διεθνείς όροι[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

A.D.S.L.< από τα αρχικά των λέξεων : Asymmetric Digital Subscriber Line (= Ασύμμετρη ψηφιακή γραμμή συνδρομητή)

Συντομομορφή[επεξεργασία]

A.D.S.L. αρκτικόλεξο

Δείτε επίσης[επεξεργασία]



Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

A.D.S.L.< από τα αρχικά των λέξεων : Asymmetric Digital Subscriber Line (= Ασύμμετρη ψηφιακή γραμμή συνδρομητή)

Συντομομορφή[επεξεργασία]

ADSL (en) αρκτικόλεξο

  • Ασύμμετρη ψηφιακή γραμμή συνδρομητή