bezpieczeństwo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
bezpieczeństwo (pl) ουδέτερο
- η ασφάλεια (με την έννοια της έλλειψης κινδύνου)
bezpieczeństwo (pl) ουδέτερο