branco
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
branco (pt) αρσενικό
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | branco | brancos |
θηλυκό | branca | brancas |
branco (pt)