cannella
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
cannella < υποκοριστικό του canna
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
cannella (it) θηλυκό
Λατινικά (la)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
cannella < υποκοριστικό του canna
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
cannella (it) θηλυκό
- υστερολατινική μικρό καλάμι