ceremonia
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ceremonia < λατινική caerimonia
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ceremonia (pl) θηλυκό
- η τελετή
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
- ceremonia otwarcia: τα εγκαίνια, η τελετή έναρξης