chant
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
chant | chants |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
chant (en)
- το ρυθμικό σύνθημα, οι λέξεις ή οι φράσεις που μια ομάδα ανθρώπων φωνάζει ή τραγουδάει ξανά και ξανά
- ↪ the chants of the demonstrators - τα ρυθμικά συνθήματα των διαδηλωτών
Πηγές[επεξεργασία]
- chant - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 849. ISBN 9780194325684., λήμμα: σύνθημα
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
chant (fr)
- το τραγούδι, το μουσικό κομμάτι
- η δραστηριότητα του τραγουδιού
- j'aime beaucoup le chant - αγαπώ το τραγούδι (= μου αρέσει να τραγουδώ)
- το άσμα
- le chant des chants - άσμα ασμάτων
- το λάλημα
Εκφράσεις[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
Παλαιά γαλλικά (fro)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
chant αρσενικό