christologie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
christologie | christologies |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
christologie (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
christologie | christologies |
christologie (fr) θηλυκό