detailed
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
παραθετικά | |
θετικός | detailed |
συγκριτικός | more detailed |
υπερθετικός | most detailed |
detailed (en)
- λεπτομερής
- ↪ the detailed description of an island/of a crime - η λεπτομερής περιγραφή ενός νησιού/εγκλήματος
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
detailed (en)