forcerie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- forcerie < forcer
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
forcerie | forceries |
forcerie (fr) θηλυκό
- θερμοκήπιο για την τεχνητή καλλιέργεια φυτών (→ δείτε τη λέξη forçage)