gruau

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
gruau gruaus

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

gruau (fr) αρσενικό

  1. πληγούρι
  2. χυλός από πληγούρι