géomètre

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
géomètre géomètres

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

géomètre (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]