leur

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Αντωνυμία[επεξεργασία]

leur (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  • κτητική αντωνυμία, χρησιμοποιείται όταν υπάρχουν πολλά υποκείμενα και ένα αντικείμενο: τους