not

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Επίρρημα[επεξεργασία]

not (en) (χωρίς παραθετικά)

  1. (συχνά με τη μορφή n't) δεν, χρησιμοποιείται με τα ρήματα be, do ή have για να σχηματίσει το αρνητικό των ρημάτων· χρησιμοποιείται για να σχηματίσει το αρνητικό των τροπικών ρημάτων (modal verbs) όπως can ή must
    It is not/isn't raining.
    Δεν βρέχει.
    -“Have you found your keys?” -“I have not/haven't found my keys.”
    -«Βρήκες τα κλειδιά σου;» -«Δεν έχω βρει τα κλειδιά μου.»
    I cannot/can't come tomorrow.
    Δεν μπορώ να έρθω αύριο.
    You should not/shouldn't be late.
    Δεν πρέπει να αργήσεις.
  2. μην, δεν, όχι, χρησιμοποιείται για να δώσει στην επόμενη λέξη ή φράση αρνητικό νόημα ή για να απαντήσει αρνητικά
    He told me to not go very far.
    Μου είπε να μην πάω πολύ μακριά.
    I was right in not going./I was right not to go.
    Είχα δίκιο να μην πάω.
    In theory it sounds good, but in practice it might not be.
    Στη θεωρία φαίνεται καλό, αλλά στην πράξη μπορεί να μην είναι.
    It is not easy being a parent.
    Δεν είναι εύκολο να είσαι γονιός.
    It isn't red./It’s not red. It’s blue.'’
    Δεν είναι κόκκινο. Είναι μπλε.
    I am not a fool.
    Δεν είμαι κανένας βλάκας.
    -“Who’s next?” -“Not me.”
    -«Ποιος είναι ο επόμενος;» -«Όχι εγώ».
    -“Are you done?” -“Not yet.”
    -«Τελείωσες;» -«Όχι ακόμη.»
    You I do want to help but not your friend.
    Εσένα θέλω να σε βοηθήσω αλλά το φίλο σου όχι.
    If he passes his classes, he will go on a trip, if not, he will not be going anywhere.
    Αν περάσει τα μαθήματα, θα πάει ταξίδι, αν όχι, δε θα πάει πουθενά.
    Why do you travel by bike and not by car?
    Γιατί ταξιδεύεις με ποδήλατο κι όχι με αυτοκίνητο;
  3. πως όχι, χρησιμοποιείται μετά τα ρήματα hope, expect, believe, appear, fear, κτλ. για να δώσει αρνητική απάντηση
    -“Will it rain tomorrow?” -“I hope not.”
    -«Θα βρέξει αύριο;» -«Ελπίζω πως όχι» (δηλ. ελπίζω πως δεν θα βρέξει).
    I fear not/I’m afraid not.
    Φοβάμαι πως όχι.
  4. (or not) ή όχι, χρησιμοποιείται για να δείξει μια αρνητική πιθανότητα
    Did you understand it or not?
    Το κατάλαβες ή όχι;
  5. όχι, χρησιμοποιείται για να δείξω ότι δεν θέλω κάτι ή δεν θα επιτρέψω κάτι
    -“Should we offer you a treat?” -“Not now, perhaps later.”
    -«Να σου προσφέρουμε ένα γλυκό;» -«Όχι τώρα, αργότερα ίσως.»
    -“Do you intend to help them?” -“Of course not.”
    -«Σκοπεύεις να τους βοηθήσεις;» -«Όχι βέβαια.»

Εκφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]