progrès
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- progrès < λατινική progressus (προχώρημα) < progredi (προχωρώ)
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
progrès (fr)) αρσενικό