recouvrable

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

recouvrable < recouvrer

Επίθετο[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
recouvrable recouvrables

recouvrable (fr) αρσενικό ή θηλυκό