refleksivo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- refleksivo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | refleksivo | refleksivoj |
αιτιατική | refleksivon | refleksivojn |
refleksivo (eo)
- (γραμματική) η αυτοπάθεια