respect

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
respect respects

respect (en)

  • (μη μετρήσιμο, μόνο στον ενικό) ο σεβασμός
    We must show respect towards the environment.
    Πρέπει να δείχνουμε σεβασμό απέναντι στο περιβάλλον.

Ρήμα[επεξεργασία]

ενεστώτας respect
γ΄ ενικό ενεστώτα respects
αόριστος respected
παθητική μετοχή respected
ενεργητική μετοχή respecting

respect (en)

Πηγές[επεξεργασία]



Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

respect < λατινική respectus < respicere

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ʁɛs.pɛ/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
respect respects

respect (fr) αρσενικό

Συγγενικά[επεξεργασία]