tio
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Αντωνυμία[επεξεργασία]
πτώση | ενικός |
---|---|
ονομαστική | tio |
αιτιατική | tion |
tio (eo)
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
tio (pt)
- ο θείος
Σουηδικά (sv)[επεξεργασία]
Αριθμητικό[επεξεργασία]
tio (sv)