verstehen
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /fɛɐ̯ˈʃteːən/
- ⓘ
- ⓘ
Ρήμα[επεξεργασία]
verstehen (de)
- ich verstehe nicht, was du sagst - δεν καταλαβαίνω τι λες
verstehen (de)