Ασιάτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Ἀσιάτης, ασιάτης

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Ασιάτης οι Ασιάτες
      γενική του Ασιάτη των Ασιατών
    αιτιατική τον Ασιάτη τους Ασιάτες
     κλητική Ασιάτη Ασιάτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ασιάτης < αρχαία ελληνική Ἀσιάτης. Συγχρονικά αναλύεται σε Ασία + -της

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.siˈa.tis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Α‐σι‐ά‐της

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ασιάτης αρσενικό (θηλυκό Ασιάτισσα)

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]