ανατολίτικος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ανατολίτικος η ανατολίτικη το ανατολίτικο
      γενική του ανατολίτικου της ανατολίτικης του ανατολίτικου
    αιτιατική τον ανατολίτικο την ανατολίτικη το ανατολίτικο
     κλητική ανατολίτικε ανατολίτικη ανατολίτικο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ανατολίτικοι οι ανατολίτικες τα ανατολίτικα
      γενική των ανατολίτικων των ανατολίτικων των ανατολίτικων
    αιτιατική τους ανατολίτικους τις ανατολίτικες τα ανατολίτικα
     κλητική ανατολίτικοι ανατολίτικες ανατολίτικα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ανατολίτικος < Ανατολίτ(ης) + -ικος

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.na.toˈli.ti.kos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐να‐το‐λί‐τι‐κος

Επίθετο[επεξεργασία]

ανατολίτικος, -η, -ο

  • ο σχετικός με τον Ανατολίτη, με τις συνήθειες ατόμου από τη Μέση Ανατολή ή την Τουρκία, με τους εκεί ρυθμούς, τραγούδια, με το ντύσιμο, με το φαγητό, με τα ήθη και τα έθιμα
    H "Mισιρλού", το κεντρικό μουσικό θέμα του "Pulp Fiction", είχε πρωτοπαιχτεί το 1927 στην Αθήνα σε ρυθμούς σχετικά αργόσυρτου ζεϊμπέκικου, αλλά ένας Ελληνοαμερικανός το διασκεύασε στο ανατολίτικο ύφος με το οποίο είναι γνωστότερο σήμερα
    Αυτές τις ανατολίτικες ιδέες να τις βγάλεις πια από το μυαλό σου. Οι κόρες μας θα βγαίνουν με αγόρια όπως γίνεται παντού.

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]