θαλασσόλυκος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο θαλασσόλυκος οι θαλασσόλυκοι
      γενική του θαλασσόλυκου των θαλασσόλυκων
    αιτιατική τον θαλασσόλυκο τους θαλασσόλυκους
     κλητική θαλασσόλυκε θαλασσόλυκοι
Κατηγορία όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

θαλασσόλυκος < θαλασσό- + λύκος

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /θa.laˈso.li.kos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: θα‐λασ‐σό‐λυ‐κος

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

θαλασσόλυκος αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]