λεπτομερώς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- λεπτομερώς < λεπτομερ(ής) + -ώς
Επίρρημα[επεξεργασία]
λεπτομερώς
- με λεπτομέρεια, με ακρίβεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
λεπτομερώς
|