τάδε

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τάδε < αρχαία ελληνική τάδε

Αντωνυμία[επεξεργασία]

τάδε άκλιτο

  1. για να δηλωθεί ένα πρόσωπο ή κάποιο χαρακτηριστικό αντικειμένου χωρίς να αναφερθεί το όνομά του
    σε ρωτάω τόσην ώρα αλλά αντί να μου πεις μένω στην τάδε οδό, στον τάδε αριθμό, μου λες μένω στην τάδε συνοικία, οπότε δε βγάζουμε άκρη

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Σημειώσεις[επεξεργασία]

  • απαντάται και με τη μορφή τάδες, αλλά μόνο στην ονομαστική του ενικού του αρσενικού
  • αντιπαρατίθεται με το δείνα για να δώσει έμφαση
    ήρθε να μου πει για τον τάδε υπάλληλο που έκανε αυτό, για τον δείνα που έκανε το άλλο κλπ. κλπ.

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος αντωνυμίας[επεξεργασία]

τάδε