ύμνος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ύμνος οι ύμνοι
      γενική του ύμνου των ύμνων
    αιτιατική τον ύμνο τους ύμνους
     κλητική ύμνε ύμνοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ύμνος < αρχαία ελληνική ὕμνος < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *sh₂em (τραγουδώ)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ύμνος αρσενικό

  1. ωδή, άσμα προς τιμή θεού, αγίου, ήρωα, ηθικής αξίας
  2. εγκωμιαστικό ποίημα ή τραγούδι
  3. ενθουσιώδης έπαινος, εγκώμιο

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]