ύψιλον

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ύψιλον < μεσαιωνική ελληνική ὖ ψιλόν

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ύψιλον ουδέτερο άκλιτο

  • Το εικοστό γράμμα του ελληνικού αλφάβητου (υ, κεφαλαίο: Υ). (Ν.Ελληνικής)

Μεταφράσεις[επεξεργασία]