Ζεβεδαίος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Ζεβεδαῖος

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Ζεβεδαίος οι Ζεβεδαίοι
      γενική του Ζεβεδαίου των Ζεβεδαίων
    αιτιατική τον Ζεβεδαίο τους Ζεβεδαίους
     κλητική Ζεβεδαίε Ζεβεδαίοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ζεβεδαίος < ελληνιστική κοινή Ζεβεδαῖος < εβραϊκή זבדי (zab-dee')

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ze.veˈðe.os/

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ζεβεδαίος αρσενικό

  1. βιβλικό πρόσωπο, πατέρας των αποστόλων Ιακώβου και Ιωάννη του Ευαγγελιστή
  2. ανδρικό όνομα

Εκφράσεις[επεξεργασία]

  • τα παιδιά του Ζεβεδαίου ποιον είχαν πατέρα;: ερωτηματική έκφραση που χρησιμοποιείται είτε με σκωπτική διάθεση, είτε για να δείξει ότι τα συμπεράσματα είναι προφανή

Μεταφράσεις[επεξεργασία]