Λιμνούπολη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Λιμνούπολη | οι | Λιμνουπόλεις |
γενική | της | Λιμνούπολης | των | Λιμνουπόλεων |
αιτιατική | τη | Λιμνούπολη | τις | Λιμνουπόλεις |
κλητική | Λιμνούπολη | Λιμνουπόλεις | ||
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις. | ||||
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Λιμνούπολη < λίμν(η) + -ούπολη, απόδοση για την αγγλική Duckburg (πόλη των παπιών), της φανταστικής πόλης στα κόμικς της σειράς Μίκυ Μάους
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Λιμνούπολη θηλυκό
- φανταστική πόλη, η οποία αναφέρεται στη σειρά Μίκυ Μάους
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'παγκοσμιοποίηση' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια από τις τέχνες και τους θρύλους (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ούπολη (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικές αποδόσεις από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)